Ιστορίες Τέχνης Αντώνης Τζαβάρας
0:00
0:00 LIVE
ΔΕΥΤΕΡΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ  103,7 – 102,9
ΔΕΥΤΕΡΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ 103,7 – 102,9 Mεσογείων 432, Αγία Παρασκευή, TK: 15342, Γραφείο Ρ 221 210 6013168-9 (Studio), 210 6075985 (Γραμματεία – Κοινό) deftero@ert.gr

Κωνσταντίνος Βολανάκης, Η έξοδος του Άρεως [1894, λάδι σε μουσαμά, 110 x 191 εκ] 

Κείμενο / Αφήγηση: Λαμπρινή Καρακούρτη, επιμελήτρια της Εθνικής Πινακοθήκης και υπεύθυνη του παραρτήματος του Ναυπλίου. 

Credit Φωτογραφίας: ©Εθνική Πινακοθήκη-Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου, Φωτογράφιση Φωτογράφιση Θάλεια Κυμπάρη.

Ο Κωνσταντίνος Βολανάκης, ο πιο σημαντικός Έλληνας θαλασσογράφος του 19ου αιώνα, ζωγράφισε τη μνημειώδη σύνθεση της Εξόδου του Άρεως το 1894, κατόπιν παραγγελίας του επιμελητή των Ανακτόρων Νικολάου Θων.

Ο πίνακας απεικονίζει μια από τις πιο συγκινητικές στιγμές του ναυτικού αγώνα των Ελλήνων κατά τη διάρκεια της Επανάστασης: την ηρωική έξοδο του πλοίου «Άρης» από τον όρμο του Νεόκαστρου της Πύλου, στις 26 Απριλίου του 1825, λίγο πριν την πτώση της Σφακτηρίας. 

Το ιστορικό πλοίο κατάφερε να διασπάσει τον ασφυκτικό κλοιό του αιγυπτιακού στόλου του Ιμπραήμ και να διαφύγει στο ανοιχτό πέλαγος, διασώζοντας πολλούς Έλληνες αγωνιστές. Το γενικό πρόσταγμα εκείνη τη μέρα είχε ο υπηρεσιακός κυβερνήτης Νικόλαος Βότσης, αφού ο πρώτος κυβερνήτης του «Άρη» ο Αναστάσιος Τσαμαδός, είχε πέσει στην πολιορκία της Σφακτηρίας. 

Ο ζωγράφος, έχοντας μελετήσει τις διαθέσιμες πηγές, επιλέγει να προβάλει το κρίσιμο στιγμιότυπο της δράσης -την έξοδο- με τρόπο που μας επιτρέπει να αντιληφθούμε την ηρωική διάσταση της διαφυγής. 

Με εξαίρετη δεξιοτεχνία δημιουργεί ένα τείχος από τα αιγυπτιακά τριίστια δίκροτα πλοία που είχαν αποκλείσει την είσοδο του κόλπου, αναδεικνύοντας έτσι τη ναυτική δεινότητα του Κυβερνήτη και του πληρώματος του «Άρη», που ελίσσεται και διασπά τον εχθρικό κλοιό. 

Τα τουρκικά πλοία, οι αρματωσιές των οποίων αποδίδονται με περιγραφική ακρίβεια, παρατάσσονται κατά μήκος του πίνακα με τη πρύμνη τους στραμμένη στον θεατή, ενώ από το κέντρο, μέσα σε σύννεφα καπνού, προβάλλει ο «Άρης». Πίσω του ένα πλοίο φλέγεται, ενώ ένα άλλο στα δεξιά του επιχειρεί να τον παρεμποδίσει. 

Η σκηνή αναπαριστά την ηρωική έξοδο όπως περιγράφεται στην εφημερίδα Ο Φίλος του Νόμου, την 1η Μαΐου 1825:

«Απερίγραπτος είναι ο ηρωικός πόλεμος, τον οποίο έκαμεν αυτό το καράβι, διασχίσαν όλον τον εχθρικόν στόλον και πολεμήσαν με 35 εχθρικά πλοία πέντε ώρας κατά συνέχειαν, χωρίς να χάση, ειμή δύο μόνον ανθρώπους· εξ δε πληγώθησαν. […] Όλοι δε οι ναύται, πλήρεις ενθουσιασμού κατεφρόνουν τον θάνατον με αμίμητον γενναιότητα, εναντίον του συστάδην εφορμώντων κατ’ αυτού εχθρικών πλοίων».

Ο ζωγράφος συλλαμβάνει το μεγαλείο της σκηνής και με την απεικόνιση της διαφυγής του ελληνικού πλοίου προσφέρει τη λύση του δραματικού γεγονότος και την ανακούφιση στον θεατή. Η κυματίζουσα επαναστατική σημαία στο κέντρο του πίνακα επισφραγίζει το αίσιο μήνυμα της ηρωικής εξόδου.

Πέρα από το ιστορικό γεγονός αυτό καθαυτό, ο Βολανάκης ασχολήθηκε επιμελώς και με την απόδοση της θάλασσας, των διάφανων λευκών τόνων του ορίζοντα και την περιγραφή των καραβιών. Η εναλλαγή του φωτός και της σκιάς επιτείνουν την αγωνία και μαρτυρούν τη ζωγραφική δεινότητα  του καλλιτέχνη.

Η παραγγελία του συγκεκριμένου πίνακα από τα βασιλικά ανάκτορα, εντάσσεται στα πλαίσια όχι μόνο μιας κουλτούρας ιστορικής μνήμης αλλά και οφειλής προς τους αγωνιστές του ’21. Το μήνυμα είναι σαφές: οφείλουμε να τους θυμόμαστε και δεσμευόμαστε ότι θα ολοκληρώσουμε αυτό που εκείνοι άφησαν ημιτελές. Ο πίνακας, λοιπόν, λειτουργεί ηθοποιητικά και εθνοποιητικά.  

Το όνομά του ιστορικού πλοίου «Άρης» ταυτιζόταν με το ακρόπρωρό του, που είχε τη μορφή του αρχαίου θεού Άρη και αποσκοπούσε στον εκφοβισμό των αντιπάλων και στην καταπράυνση της θάλασσας. Η επιλογή του ονόματος προβάλλει περήφανα τη σύνδεση της Ελλάδας με το αρχαιοελληνικό ένδοξο παρελθόν.

Μετά το τέλος της Επανάστασης, ο «Άρης» αγοράστηκε από την ελληνική κυβέρνηση, μετονομάστηκε σε «Αθηνά» και χρησιμοποιήθηκε ως εκπαιδευτικό σκάφος. Το 1921, κατά τη διάρκεια των εορτασμών της εκατοενταετηρίδας του Αγώνα, βυθίστηκε με τιμές στο Ναύσταθμο της Σαλαμίνας. 

Σήμερα, το έργο εκτίθεται στο παράρτημα της Εθνικής Πινακοθήκης στο Ναύπλιο. 


Bio 

Η Λαμπρινή Καρακούρτη σπούδασε Αρχαιολογία και Ιστορία Τέχνης στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και Συντήρηση Έργων Τέχνης και Αρχαιοτήτων στη Σχολή Γραφικών Τεχνών και Καλλιτεχνικών Σπουδών, στο ΤΕΙ Αθήνας. 

Κατέχει Μεταπτυχιακό Δίπλωμα του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (Ε.Μ.Π.), στην επιστημονική περιοχή «Προστασία Μνημείων», Μεταπτυχιακό Τίτλο στον τομέα της «Διοίκησης Πολιτισμικών Μονάδων» (ΔΠΜ), του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου (Ε.Α.Π.) και Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Ειδίκευσης (ΜΔΕ) στη Θεωρία και Ιστορία της Τέχνης, στις γνωστικές περιοχές «Ιστορία και Θεωρία της Τέχνης και της Αρχιτεκτονικής» και «Φιλοσοφία της Τέχνης και Ανθρωπιστικές Επιστήμες» της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών (ΑΣΚΤ).

Από το 2004 έχει αναλάβει την ευθύνη-λειτουργία του παραρτήματος της Εθνικής Πινακοθήκης στο Ναύπλιο.

σχετικα podcasts