Στην αντίθεση στα κυβερνητικά μέτρα στήριξης της επιχειρηματικότητας στον τουρισμό, που εξέφρασε ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων αναφέρθηκε ο αντιπρόεδρος του ΣΕΤΕ, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Ελληνικών Συνδέσμων Τουριστικών και Ταξιδιωτικών Γραφείων Λύσανδρος Τσιλίδης, μιλώντας στην εκπομπή «Εδώ και Τώρα » του 102FM της ΕΡΤ3.
«Φέτος πήγαμε ακατάστατα. Οι αφίξεις στα αεροδρόμια δεν σχετίζονται αυτόματα με την τουριστική κίνηση. Για παράδειγμα έρχονται στο αεροδρόμιο της Κέρκυρας και μεταφέρονται στην Αλβανία. Προσγειώνονται σε ελληνικό αεροδρόμιο, για να επιβιβαστούν σε κρουαζιερόπλοιο. Άρα το μέγεθος των αφίξεων στα αεροδρόμια δεν σημαίνει αυτόματα και πραγματική τουριστική κίνηση», επισήμανε ο κ. Τσιλίδης.
Και πρόσθεσε: Οι επιβαρύνσεις που ανακοινώθηκαν από την κυβέρνηση μειώνουν την ανταγωνιστικότητα του ελληνικού τουριστικού προϊόντος, ειδικά σε μια περίοδο όπου η ακρίβεια επιβαρύνει τον τελικό καταναλωτή των υπηρεσιών. Τα μέλη του Συνδέσμου είναι αντίθετα σε μέτρα καθαρά εισπρακτικού χαρακτήρα , τα οποία έχουν αποδειχθεί αναποτελεσματικά, καθώς πλήττουν την ανταγωνιστικότητα και τη βιωσιμότητα του τουριστικού προϊόντος.Η επικείμενη αύξηση στο τέλος ανθεκτικότητας για την κλιματική αλλαγή, η οποία μπορεί να φτάσει ανά είδος καταλύματος +400% σε λιγότερο από ένα έτος εφαρμογής του μέτρου χωρίς να έχει προηγηθεί απολογισμός για τη χρήση των πόρων που συγκεντρώθηκαν από την καθιέρωσή του, εγείρει σοβαρές ανησυχίες σχετικά με τη σκοπιμότητα και την αποτελεσματικότητά του.
Επίσης οποιαδήποτε αύξηση στα ισχύοντα λιμενικά τέλη , όπως η επιβολή τέλους στην κρουαζιέρα, πρέπει να συνάδει με τον επιδιωκόμενο σκοπό, να είναι αναλογική με τις επενδυτικές ανάγκες των λιμένων, να εφαρμόζεται σε όλους τους επισκέπτες και να διασφαλίζεται ότι τα οφέλη θα έχουν άμεσο αντίκτυπο στις τοπικές κοινωνίες. Επίσης οι ανακοινωθείσες επιβαρύνσεις μειώνουν την ανταγωνιστικότητα του ελληνικού τουριστικού προϊόντος, ειδικά σε μια περίοδο όπου η ακρίβεια επιβαρύνει τον τελικό καταναλωτή των υπηρεσιών».